Το μυαλό της Έμμα δούλευε υπερωρίες. Δεν ήξερε τι να κάνει. Έπρεπε να είναι ειλικρινής και να τα εξομολογηθεί όλα ή να τα κρατήσει για τον εαυτό της μέχρι να πάρει απαντήσεις Ο πατέρας της την τύλιξε στην αγκαλιά του και την αγκάλιασε σφιχτά. “Τι συμβαίνει, κορίτσι μου;”, τη ρώτησε. Η Έμμα κατάπιε και προσπάθησε με κάθε τρόπο να συγκρατήσει τα δάκρυά της. Ήξερε ότι αν του το έλεγε, όλα θα άλλαζαν..
Ο πατέρας της πάντα αντιπαθούσε τον Ντέιβιντ. Είχε προειδοποιήσει την Έμμα αρκετές φορές και της είχε πει ότι ο Ντέιβιντ δεν ήταν άξιος εμπιστοσύνης. Δυστυχώς, η Έμμα ήταν πεισματάρα και δεν άκουγε. Αποφάσισε να συνεχίσει τη σχέση τους και όσο περνούσε ο καιρός, ο πατέρας της άρχισε τελικά να τον αποδέχεται.