Οι επόμενες ημέρες ήταν αγχωτικές. Η Ζωή έλειπε συχνά, και το σπίτι έμοιαζε ήσυχο και διαφορετικό. Ο Γιώργος προσπαθούσε να κρατήσει τα πράγματα φυσιολογικά, αλλά ήταν δύσκολο. Τα συνεχή πηδήματα και το χάιδεμα του Ρεξ ενοχλούσαν τη Ζωή και ήταν ξεκάθαρο ότι… Ο Γιώργος ένιωθε αβοήθητος, βλέποντας την εύκολη, ειρηνική ζωή τους να χάνεται. Ανείπωτες λέξεις και ερωτήσεις κρέμονταν στον αέρα, κάνοντας τα πάντα να μοιάζουν αβέβαια.
Μια μέρα, ο Τζορτζ γύρισε σπίτι σε ένα άδειο σπίτι. Η Ζωή είχε φύγει πάλι και ο Ρεξ ήταν μόνος του. Ο βαριεστημένος σκύλος είχε σκίσει ένα μαξιλάρι του καναπέ. Ο Τζορτζ αναστέναξε και πήρε μια σκούπα για να καθαρίσει. “Δεν είμαστε εμείς, δεν είναι αυτή η ζωή μας”, μουρμούρισε στο σιωπηλό δωμάτιο. Μόλις ξεκίνησε, χτύπησε το τηλέφωνό του. Το σήκωσε και μια χαμηλή, άγνωστη φωνή τον χαιρέτησε.