Η Βερόνικα δεν μπορούσε να αντέξει άλλο το βάρος της αμφιβολίας. Χρειαζόταν την αλήθεια. Ένα πρωί, αφού ο Τζέιμς έφυγε για τη δουλειά και τα παιδιά πήγαν στο σχολείο, η Βερόνικα πήγε σε ένα κατάστημα με σιδηρικά, με τα χέρια της να τρέμουν από φόβο και αποφασιστικότητα.
Αγόρασε ένα σετ από μικρές, κρυφές κάμερες, με την καρδιά της να χτυπάει δυνατά καθώς φανταζόταν τι θα μπορούσε να ανακαλύψει. Αν κάτι δεν πήγαινε καλά, θα είχε αποδείξεις. Αν όχι, αυτές οι καταγραφές θα μπορούσαν επιτέλους να διαλύσουν τον αυξανόμενο φόβο που στοίχειωνε κάθε της σκέψη.