Έτσι, στριμώχτηκε γρήγορα στον διάδρομο και, χωρίς να πει τίποτα, επέστρεψε βιαστικά στο μαγειρείο. Εκεί, μπορούσε επιτέλους να αναπνεύσει ξανά. Δεν άργησε να έρθει η στιγμή που η ησυχία του μυαλού της διακόπηκε από τις δυνατές φωνές της συναδέλφου της, της Κασσάνδρας. “Τι ήταν αυτό;!” έριξε το βλέμμα της οργισμένα στη Νάταλι.
“Γι’ αυτό σε προειδοποίησα να μην επιστρέψεις στη δουλειά τόσο σύντομα, Νάταλι. Χρειάζεσαι ξεκούραση, δεν είσαι έτοιμη να δουλέψεις!” Το μυαλό της Νάταλι έτρεχε σαν τρελό. Η συνάδελφός της την είχε ήδη προειδοποιήσει ότι δεν ήταν έτοιμη να εργαστεί τόσο σύντομα μετά το θάνατο του πατέρα της. Εκείνη είχε πεισμώσει, επιμένοντας ότι ήταν καλά και έτοιμη να επιστρέψει στη δουλειά.