Έκανε ένα διστακτικό βήμα προς τα εμπρός. Ο λύκος περίμενε και μετά συνέχισε να περπατάει, με τις κινήσεις του χαριτωμένες και χωρίς βιασύνη. Η Ντανιέλα ακολούθησε, με κάθε βήμα να μοιάζει με άλμα στο άγνωστο. Δεν ήξερε γιατί, αλλά ένιωθε μια παράξενη αίσθηση εμπιστοσύνης σε αυτό το άγριο πλάσμα.
Καθώς περπατούσαν, το δάσος έμοιαζε να γίνεται πιο απειλητικό, τα φυλλώματα και τα δέντρα πύκνωναν όσο προχωρούσαν μπροστά. Η Ντανιέλα είχε τα μάτια της στραμμένα στο λύκο, εμπιστευόμενη ότι θα την οδηγούσε σε ασφαλές μέρος. Κινούνταν με σκοπό, ρίχνοντας κάθε τόσο μια ματιά πίσω για να βεβαιωθεί ότι την ακολουθούσε ακόμα.