Και μετά ήταν και η στενοχώρια – η βαθιά θλίψη που παρέμενε για χρόνια, ένα μικρό αλλά βαρύ φορτίο που κουβαλούσε μέχρι την ενηλικίωση. Κι όμως, εδώ ήταν ο Τάμπι, ζωντανός, μετά από τριάντα ολόκληρα χρόνια.
Η Έμιλι καθόταν άναυδη, κρατώντας απαλά τη χελώνα στα χέρια της. Το μυαλό της έτρεχε καθώς προσπαθούσε να καταλάβει τι συνέβαινε. Πώς ήταν δυνατόν Πώς είχε επιβιώσει ο Τάμπι όλο αυτό το διάστημα, κρυμμένος και ξεχασμένος