Η σκηνή με τον Τζο ξαπλωμένο στο πεζοδρόμιο άρχισε να υποχωρεί στο παρασκήνιο της ημέρας τους, μετατρεπόμενη σε ένα φευγαλέο στιγμιότυπο στην κατά τα άλλα ρουτίνα της ζωής τους. Καθώς απομακρύνονταν, η ζωηρή κουβέντα και τα γέλια της ομάδας συνεχίστηκαν, η προηγούμενη ανησυχία τους ξεθώριασε καθώς απορροφήθηκαν και πάλι στις προγραμματισμένες δραστηριότητές τους.
Η κατάσταση του Τζο, αν και προς στιγμήν αναστατωτική, γρήγορα διαλύθηκε στο σκηνικό της αδιάφορης ημέρας τους, αποτελώντας άλλη μια ξεχασμένη στιγμή στην αδιάκοπη ροή της πόλης. Η Αμάντα, νιώθοντας το βάρος του φορτωμένου προγράμματός της, έφτασε τελικά στην αγαπημένη της καφετέρια, αναζητώντας μια σύντομη ανάπαυλα από τις αδυσώπητες απαιτήσεις της ημέρας της.