Ο Τζορτζ κοίταξε ξανά τη σκοτεινή μορφή που αιωρούνταν ακριβώς πίσω από τον Κεραυνό. Το χέρι του έσφιξε την τσουγκράνα, το κρύο μέταλλο δάγκωνε την παλάμη του καθώς στεκόταν στη θέση του. Η φιγούρα δεν είχε κουνηθεί – απλώς έμεινε χαμηλά, μόλις που διακρινόταν στις σκιές.
“Τι στο καλό είσαι εσύ;” Μουρμούρισε ο Τζορτζ κάτω από την αναπνοή του, με τη φωνή του να ακούγεται ελάχιστα. Η λαβή του από την τσουγκράνα χαλάρωσε ελαφρώς καθώς έκανε ένα μικρό βήμα μπροστά. Δεν μπορούσε να διώξει την αίσθηση ότι κάτι παράξενο συνέβαινε, αλλά έπρεπε να μάθει τι -ή ποιος- είχε ακολουθήσει τον Κεραυνό στο σπίτι.