Αλλά κάτι στον τρόπο που κρατούσε το κεφάλι του, με το πρόσωπό του παραμορφωμένο από τον πόνο, της έπαιρνε τη συνείδηση. Ήξερε ότι η πόλη δεν ήταν καλή με ανθρώπους σαν κι αυτόν. Κόντρα στο σύνηθες ένστικτό της, αποφάσισε να σταματήσει. Η Λία κατέβασε το παράθυρο και τον ρώτησε αν χρειαζόταν βοήθεια.
Ο άντρας, με μάτια γεμάτα από ένα μείγμα απόγνωσης και ανακούφισης, έγνεψε και ζήτησε να τον πάνε στο νοσοκομείο. Η Λία δίστασε για μια στιγμή, αναλογιζόμενη τους πιθανούς κινδύνους, αλλά τελικά του έκανε νόημα να μπει μέσα, λέγοντας στον εαυτό της ότι επρόκειτο απλώς για μια γρήγορη διαδρομή.