Η Λούσι στεκόταν στο πλευρό της, με την έκφρασή της να είναι ένα μείγμα σύγχυσης και ανησυχίας. Η Μπριάνα πήρε το κουτί LEGO και το έβαλε σε ένα κοντινό ράφι, με τα χέρια της να τρέμουν. Ένιωθε το βάρος της στιγμής να τη συνθλίβει, μια βαθιά θλίψη που απέτυχε για άλλη μια φορά να κάνει τον γιο της ευτυχισμένο.
Η Μπριάνα ισορρόπησε, πήρε μια σταθεροποιητική ανάσα και φώναξε τον Άντριαν. Η φωνή της ήταν σταθερή αλλά απαλή, καλύπτοντας τον πόνο στην καρδιά της. “Άντριαν, γύρνα πίσω, γλυκιά μου. Ας μιλήσουμε” Άρχισε να περπατάει προς το μέρος όπου είχε εξαφανιστεί, με το μυαλό της να τρέχει για να σώσει τη μέρα.