Όλη την ώρα, η εκκλησία ένιωθε φορτισμένη με ένταση. Κάθε βήμα στο διάδρομο έξω, κάθε απαλό κούνημα από τους εθελοντές, έκανε τα αυτιά της μητέρας λύκου να συσπώνται. Ο αδελφός Παύλος κινούνταν αργά, φροντίζοντας να μην κάνει ξαφνικές κινήσεις. Η ατμόσφαιρα ήταν εύθραυστη.
Επιτέλους, ο αυτοσχέδιος επίδεσμος ασφαλίστηκε. Η Μαριάν κοίταξε τον λύκο, και τα δάκρυα απειλούσαν και πάλι να ξεχυθούν από τα μάτια της. Χάιδεψε απαλά το κεφάλι του ζώου, νιώθοντας τη ρηχή αλλά σταθερή αναπνοή του. “Είμαστε εδώ για να βοηθήσουμε”, ψιθύρισε, ρίχνοντας μια καθησυχαστική ματιά στον λύκο.